ἀφαιρεθῆναι

ἀφαιρεθῆναι
ἀφαιρέω
take away from
aor inf pass

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • προσαποτίθημι — Α [ἀποτίθημι] 1. αποταμιεύω κάτι ακόμη 2. μέσ. προσαποτίθεμαι αποβάλλω κάτι ακόμη, χάνω επί πλέον («ὃς καὶ τοῡ ἀφαιρεθῆναι τὰ ἐκτὸς σὺν καὶ τῇ τοῡ σώματος ὑγιείᾳ προσαπέθετο», Κλήμ. Αλ.) …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”